Παρασκευή 11 Μαρτίου 2011

Τραγούδια για την 25η Μαρτίου 1821




Ο Θούριος

Ως πότε παλικάρια, θα ζούμε στα στενά,
μονάχοι σα λιοντάρια, στες ράχες στα βουνά;
ως πότε παλικάρια, θα ζούμε στα στενά,
μονάχοι σα λιοντάρια, στες ράχες στα βουνά;
Καλύτερη μιας ώρας ελεύθερη ζωή,
παρά σαράντα χρόνους, σκλαβιά και φυλακή
παρά σαράντα χρόνους, σκλαβιά και φυλακή.

Σπηλιές να κατοικούμε, να βλέπουμε κλαδιά,
να φεύγωμ' απ' τον κόσμο, για την πικρή σκλαβιά
σπηλιές να κατοικούμε, να βλέπουμε κλαδιά,
να φεύγωμ' απ' τον κόσμο, για την πικρή σκλαβιά.
Καλύτερη μιας ώρας ελεύθερη ζωή,
παρά σαράντα χρόνους, σκλαβιά και φυλακή
παρά σαράντα χρόνους, σκλαβιά και φυλακή.

Να χάνωμεν αδέλφια, πατρίδα και γονείς,
τους φίλους, τα παιδιά μας, κι όλους τους συγγενείς
να χάνωμεν αδέλφια, πατρίδα και γονείς,
τους φίλους, τα παιδιά μας, κι όλους τους συγγενείς.
Καλύτερη μιας ώρας ελεύθερη ζωή,
παρά σαράντα χρόνους, σκλαβιά και φυλακή
παρά σαράντα χρόνους, σκλαβιά και φυλακή
παρά σαράντα χρόνους, σκλαβιά και φυλακή.



Παιδιά της Σαμαρίνας

Εσείς μωρέ παιδιά κλεφτόπουλα, εσείς μωρέ παιδιά κλεφτόπουλα, παιδιά της Σαμαρίνας, μωρέ παιδιά καημένα, παιδιά της Σαμαρίνας κι ας είστε λερωμένα.

Σαν πάτε πάνω μωρέ στα βουνά,
σαν πάτε πάνω μωρέ στα βουνά,
άιντε κατά την Σαμαρίνα, μωρέ παιδιά καημένα,
κατά την Σαμαρίνα, κι ας είστε λερωμένα.

Τουφέκια να μωρέ μην ρίξετε,
τουφέκια να μωρέ μην ρίξετε,
άιντε τραγούδια να μην πείτε, μωρέ παιδιά καημένα,
τραγούδια να μην πείτε, κι ας είστε λερωμένα.

Κι αν σαν ρωτήσει μωρέ η μάνα μου,
κι αν σαν ρωτήσει μωρέ η μάνα μου,
άιντε η δόλια η αδελφή μου, μωρέ παιδιά καημένα,
η δόλια η αδελφή μου, κι ας είστε λερωμένα.

Μην πείτε πως μωρέ λαβώθηκα, μην πείτε πως μωρέ λαβώθηκα, άιντε πως είμαι λαβωμένος μωρέ παιδιά καημένα, πως είμαι λαβωμένος, κι ας είστε πικραμένα.

Τα Κλεφτόπουλα

Μάνα μου τα, μάνα μου τα κλεφτόπουλα,
τρώνε και τραγουδάνε, άιντε πίνουν και γλεντάνε.

Μα ένα μικρό, μα ένα μικρό κλεφτόπουλο,
δεν τρώει, δεν τραγουδάει, βάι δεν πίνει, δεν γλεντάει.

Μόν' τ' άρματα, μόν' τ' άρματα του κοίταζε.
Του ντουφεκιού του λέει: «Γεια σου Κίτσο μου λεβέντη!»

Ντουφέκι μου, ντουφέκι μου περήφανο
σπαθί μ ξεγυμνωμένο μια χαρά ήσουν το καμένο.

Τόσες φορές, τόσες φορές με γλύτωσες
απ' του εχθρού τα χέρια τα σπαθιά και τα μαχαίρια.



Ελεύθεροι πολιορκημένοι - Άκρα του τάφου σιωπή

Άκρα του τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει.
Λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί κι η μάνα το ζηλεύει.
Τα μάτια η πείνα εμαύρισε στα μάτια η μάνα μνέει
στέκει ο Σουλιώτης ο καλός παράμερα και κλαίει.
"Έρμο τουφέκι σκοτεινό, τι σ' έχω 'γώ στο χέρι;
Οπού συ μου 'γινες βαρύ κι ο Αγαρηνός το ξέρει".




Σαράντα παλικάρια

Σαράντα παλικάρια παιδιά μου από τη Λεβαδιά,
όλα καλά κι αρματωμένα, ορέ πάνε για κλεψιά
όλα καλά κι αρματωμένα, ορέ πάνε για κλεψιά.

Στο δρόμο που πηγαίνανεν παιδιά μου βρίσκουν ένα γέροντα
Γειά σου, χαρά σου, γέρο λεβέντη, καλός τα παιδιά,
Γειά σου, χαρά σου, γέρο λεβέντη, καλός τα παιδιά.

Καλός τα παλικαριά παιδιά μου που πάτε βρε παιδιά
Πάμε για να πατήσουμε γέρο, ορέ την Τροπολιτσά
Πάμε για να πατήσουμε γέρο, ορέ την Τροπολιτσά.



Ο γερο-Δήμος
Αριστοτέλη Βαλαωρίτη
Εγέρασα μωρές παιδιά, πενήντα χρόνια κλέφτης,
τον ύπνο δεν εχόρτασα και τώρα αποσταμένος
θέλω να πάω να κοιμηθώ, εστέρεψε η καρδιά μου.
Βρύση το αίμα το 'χυσα σταλαματιά δε μένει.

Ποιος ξέρει από το μνήμα μου τι δέντρο θα φυτρώσει.
Κι αν ξεφυτρώσει πλάτανος, στον ίσκιο του από κάτω,
θα 'ρχονται τα κλεφτόπουλα τ' άρματα να κρεμάνε,
να πλένουν τις λαβωματιές το Δήμο να σχωρνάνε.

Ο γερο-Δήμος πέθανε, ο γερο-Δήμος πάει.

Να 'τανε το '21
Μου ξανάρχονται ένα ένα χρόνια δοξασμένα
να 'τανε το 21 να 'ρθει μια στιγμή
Να περνάω καβαλάρης στο πλατύ τ' αλώνι

και με τον Κολοκοτρώνη να 'πινα κρασί

Να πολεμάω τις μέρες στα κάστρα

και το σπαθί μου να πιάνει φωτιά

και να κρατάω τις νύχτες με τ' άστρα

μια Τουρκοπούλα (ομορφούλα) αγκαλιά

Μου ξανάρχονται ένα ένα χρόνια δοξασμένα
να 'τανε το 21 να 'ρθει μια βραδιά

Πρώτος το χορό να σέρνω στου Μοριά τις στράτες

και ξοπίσω μου Μανιάτες και οι Ψαριανοί

Κι όταν λαβωμένος γέρνω κάτω απ' τους μπαξέδες

να με ραίνουν μενεξέδες χέρια κι ουρανοί
Να πολεμάω τις μέρες στα κάστρα

και το σπαθί μου να πιάνει φωτιά

και να κρατάω τις νύχτες με τ' άστρα

μια ομορφούλα αγκαλιά

Μου ξανάρχονται ένα ένα χρόνια δοξασμένα

να 'τανε το 21 να 'ρθει μια βραδιά

ΥΜΝΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΝ
Διονυσίου Σολωμού (2 από τις 158 στροφές)

Σε γνωρίζω από την κόψη του σπαθιού την τρομερή, σε γνωρίζω από την όψη που με βία μετράει τη γη. Απ' τα κόκαλα βγαλμένη των Ελλήνων τα ιερά, και σαν πρώτα ανδρειωμένη, χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά!



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου